Ο πόλεμος στο Ισραήλ, ο οποίος ξεκίνησε με την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, δημιουργώντας σοβαρές προκλήσεις όχι μόνο στο στρατιωτικό και πολιτικό πεδίο αλλά και στην οικονομία της χώρας. Οι συγκρούσεις στη Γάζα, οι επιθέσεις της Χεζμπολάχ από τον Λίβανο, καθώς και οι αυξημένες εντάσεις με το Ιράν και τους Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα, έχουν προκαλέσει σημαντικές αναταράξεις στην ισραηλινή οικονομία. Από την επιβράδυνση της ανάπτυξης και την αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος, μέχρι τη μείωση των επενδύσεων και την άνοδο του πληθωρισμού, ο οικονομικός αντίκτυπος του πολέμου είναι αισθητός σε πολλούς τομείς.
Επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης
Ο πόλεμος στο Ισραήλ έχει προκαλέσει σημαντική επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης, καθώς η αβεβαιότητα και οι πολεμικές δαπάνες έχουν μειώσει την παραγωγικότητα και τις επενδύσεις. Ενώ το 2022 το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά 6,5%, το 2023 η ανάπτυξη περιορίστηκε στο 2%, με την οικονομία να υποχωρεί ακόμη περισσότερο το 2024. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι η ανάπτυξη δεν θα ξεπεράσει το 1,1%, καθώς οι στρατιωτικές επιχειρήσεις συνεχίζονται, η καταναλωτική εμπιστοσύνη παραμένει χαμηλή και οι ξένες επενδύσεις έχουν περιοριστεί.
Η ισραηλινή οικονομία στηρίζεται παραδοσιακά στην τεχνολογία, τις εξαγωγές και τις υπηρεσίες, όμως η διαρκής στρατιωτική κινητοποίηση έχει αποσπάσει ανθρώπινο δυναμικό από την αγορά εργασίας. Παράλληλα, οι συνεχείς επιθέσεις και οι φόβοι για κλιμάκωση των συγκρούσεων έχουν πλήξει την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών, οδηγώντας σε μείωση της ροής κεφαλαίων προς τη χώρα.
Δημοσιονομικό έλλειμμα και κρατικός προϋπολογισμός
Οι πολεμικές επιχειρήσεις έχουν οδηγήσει σε εκτίναξη του δημοσιονομικού ελλείμματος, καθώς οι δαπάνες για την άμυνα και την εσωτερική ασφάλεια έχουν αυξηθεί δραματικά. Το 2024, το έλλειμμα ανήλθε στο 6,9% του ΑΕΠ, από 4,2% το 2023, κυρίως λόγω των έκτακτων κονδυλίων για τη χρηματοδότηση στρατιωτικών επιχειρήσεων και των μέτρων στήριξης για εκτοπισμένους πολίτες και επιχειρήσεις που επλήγησαν από τον πόλεμο.
Μόνο τον Δεκέμβριο του 2024, το δημοσιονομικό έλλειμμα έφτασε τα 19,2 δισεκατομμύρια σέκελ (περίπου 5,2 δισεκατομμύρια δολάρια), ενώ οι συνολικές πολεμικές δαπάνες για το έτος ξεπέρασαν τα 34 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτή η αύξηση των κρατικών δαπανών έχει πιέσει τον προϋπολογισμό και έχει οδηγήσει σε περικοπές κοινωνικών δαπανών και έργων υποδομής.

Επιδράσεις στην απασχόληση και τις επιχειρήσεις
Ο πόλεμος έχει δημιουργήσει σοβαρές προκλήσεις για την αγορά εργασίας και τις επιχειρήσεις. Περίπου το 20% των πολιτών που εκτοπίστηκαν λόγω των συγκρούσεων παραμένουν άνεργοι, παρά τις κυβερνητικές επιδοτήσεις και τα προγράμματα στήριξης. Ειδικά σε τομείς όπως οι κατασκευές, η γεωργία και ο τουρισμός, η απώλεια εργατικού δυναμικού και η μείωση της δραστηριότητας έχουν δημιουργήσει σοβαρά οικονομικά προβλήματα.
Η κατανάλωση των νοικοκυριών μειώθηκε δραματικά, με πτώση 26,9% μόνο στο τέταρτο τρίμηνο του 2023, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου και τις υπηρεσίες. Παράλληλα, οι εξαγωγές έχουν υποχωρήσει λόγω της αβεβαιότητας και των διαταραχών στο παγκόσμιο εμπόριο, ιδιαίτερα μετά τις επιθέσεις των Χούθι σε πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα.
Πληθωρισμός και νομισματική πολιτική
Ο πόλεμος στο Ισραήλ έχει αυξήσει και τον πληθωρισμό, φτάνοντας το 3,8% τον Ιανουάριο του 2025, καθώς οι πολεμικές δαπάνες και οι αυξημένες τιμές στα καύσιμα και τα καταναλωτικά αγαθά έχουν δημιουργήσει πιέσεις στις τιμές. Η Κεντρική Τράπεζα του Ισραήλ εξετάζει τη διατήρηση ή και την αύξηση των επιτοκίων, ώστε να περιορίσει τον πληθωρισμό, ωστόσο αυτό ενδέχεται να επιβραδύνει περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα.
Διαβάστε επίσης…
Το δημόσιο χρέος του Ισραήλ αυξήθηκε στο 67,5% του ΑΕΠ, κυρίως λόγω των αυξημένων πολεμικών δαπανών. Η άνοδος του χρέους έχει οδηγήσει σε ανησυχία τις διεθνείς αγορές και έχει προκαλέσει υποβαθμίσεις από μεγάλους οίκους αξιολόγησης, όπως η Moody’s και η S&P. Αυτό σημαίνει ότι το Ισραήλ θα πρέπει να πληρώνει υψηλότερα επιτόκια για να δανειστεί χρήματα, αυξάνοντας το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερη δημοσιονομική πίεση.
Προοπτικές ανάκαμψης
Παρά τις προκλήσεις, η ισραηλινή οικονομία διαθέτει ανθεκτικότητα, ιδιαίτερα λόγω της τεχνολογικής της υπεροχής και της διεθνούς οικονομικής στήριξης. Οι προβλέψεις για το 2025 δείχνουν πιθανή ανάπτυξη 4%, εφόσον υπάρξει αποκλιμάκωση της σύγκρουσης και εφαρμοστούν μέτρα για την οικονομική ανασυγκρότηση.
Η κυβέρνηση σχεδιάζει μέτρα για την ενίσχυση της οικονομίας, όπως φορολογικές ελαφρύνσεις για επιχειρήσεις, ενίσχυση της αγοράς εργασίας και προγράμματα στήριξης για πληγείσες βιομηχανίες. Παράλληλα, αν ο πόλεμος υποχωρήσει, η επιστροφή των επενδύσεων και η ανάκαμψη του τουρισμού θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην οικονομική σταθεροποίηση.
Ωστόσο, όλα εξαρτώνται από τη διάρκεια και την εξέλιξη των εχθροπραξιών. Εάν οι συγκρούσεις παραταθούν ή επεκταθούν, οι οικονομικές προκλήσεις θα επιδεινωθούν περαιτέρω, καθυστερώντας την ανάκαμψη και επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο τα δημόσια οικονομικά της χώρας.