Η περίπτωση Κωστούλα, με τις φήμες για προτάσεις εκατομμυρίων από την Μπράιτον και άλλες ευρωπαϊκές ομάδες, ανοίγει ξανά τη συζήτηση για τα υπέρογκα ποσά που δαπανώνται στο ποδόσφαιρο για μεταγραφές παικτών. Πώς δικαιολογούνται αυτά τα ποσά; Από πού προέρχονται τα κεφάλαια και πώς επιστρέφονται πίσω στις ομάδες; Το ποδόσφαιρο έχει μετατραπεί εδώ και δεκαετίες σε μια παγκόσμια βιομηχανία που συνδυάζει το θέαμα με τεράστια χρηματοοικονομικά μεγέθη.
Ο Μπάμπης Κωστούλας, ένας από τους πιο υποσχόμενους Έλληνες ποδοσφαιριστές, που μάλιστα βρίσκεαι και σε σχετική λίστα του Guardian με τα κορυφαία 60 ταλέντα παγκοσμίως, έχει τραβήξει τα βλέμματα ευρωπαϊκών συλλόγων με τη σταθερή του απόδοση και την ωριμότητα στο παιχνίδι του, παρά το νεαρό της ηλικίας του. Δημοσιεύματα κάνουν λόγο για προσφορές που ξεκινούν από τα (υπερβολικά χαμηλά για τον Ολυμπαικό) 10 εκατομμύρια ευρώ, με την αγγλική Μπράιτον να πρωτοστατεί στο ενδιαφέρον, προσφέροντας 40.000.000€ για να κάνει δικό της το νεαρό striker του Ολυμπιακού. Για τους μη μυημένους, αυτά τα ποσά μοιάζουν εξωφρενικά, όμως στον κόσμο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, πρόκειται για στοχευμένες επενδύσεις.
Οι μεγάλες ομάδες χρηματοδοτούν τέτοιες μεταγραφές κυρίως από τηλεοπτικά δικαιώματα, χορηγίες, εισιτήρια και εμπορικά έσοδα. Στην Premier League, για παράδειγμα, τα έσοδα από τηλεοπτικά συμβόλαια φτάνουν τα δισεκατομμύρια ετησίως. Μια ομάδα όπως η Μπράιτον μπορεί να εισπράξει πάνω από 100 εκατομμύρια λίρες ανά σεζόν μόνο από την τηλεόραση. Αυτό επιτρέπει σε συλλόγους μεσοβέλτιστης δυναμικότητας να επενδύουν σοβαρά σε ταλαντούχους παίκτες, είτε για να ανεβάσουν την αγωνιστική τους εικόνα είτε για να τους μεταπωλήσουν ακριβότερα.

Η περίπτωση Κωστούλα δεν διαφέρει. Ο νεαρός άσος θεωρείται “επένδυση με προοπτική”, ένας παίκτης που μπορεί αφενός να ενισχύσει άμεσα την ομάδα, αφετέρου να μεταπωληθεί τα επόμενα χρόνια με υψηλό κέρδος. Αυτή η στρατηγική είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στην Αγγλία, αλλά και σε Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και Γερμανία. Παράλληλα, το marketing παίζει τεράστιο ρόλο: παίκτες με προφίλ, δυναμική και ταλέντο δημιουργούν “brand” που μπορεί να φέρει έσοδα μέσω εμπορικών συμφωνιών, πωλήσεων φανελών και ψηφιακού engagement.
Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετοί σύλλογοι έχουν δημιουργήσει scouting departments που λειτουργούν σαν επενδυτικά τμήματα: εντοπίζουν παίκτες πριν “εκτοξευτεί” η αξία τους, τους αποκτούν σε πιο χαμηλό κόστος και στη συνέχεια κεφαλαιοποιούν την απόδοση και την εικόνα τους. Αν ο Κωστούλας μετακινηθεί στην Premier League, οι πιθανότητες να γίνει γνωστός σε ένα παγκόσμιο κοινό πολλαπλασιάζονται — κι αυτό από μόνο του έχει τεράστια εμπορική αξία για οποιονδήποτε σύλλογο.
Φυσικά, τα ποσά αυτά εγκυμονούν και ρίσκα. Υπάρχουν άπειρα παραδείγματα παικτών που αποκτήθηκαν με υψηλές προσδοκίες και μεγάλο κόστος, αλλά δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα. Γι’ αυτό και πλέον, οι σύλλογοι εφαρμόζουν και πιο “επιχειρηματικά” εργαλεία: αναλύσεις δεδομένων, μοντέλα αποτίμησης ρίσκου και performance analytics (όπως παραθέτουμε και παραπάνω) για να διασφαλίσουν ότι κάθε επένδυση συνοδεύεται από βάσιμες πιθανότητες απόδοσης.

Παράλληλα, υπάρχει και η εκδοχή του Ολυμπιακού. Γιατί το ερυθρόλευκο club υπολογίζει, πως τα οφέλη από την παραμονή του Κωστούλα για μία τουλάχιστον σεζόν στον Ολυμπιακό, θα είναι μεγαλύτερα ακόμη και απο τα 40 εκατομμύρια του αγγικού συλλόγου. Οι Πειραιώτες απο την καινούργια σεζόν θα αγωνίζονται στο υψηλότερο επίπεδο στην Ευρώπη. Αφενός ένας νεαρός τόσο αθλητικός και μεστός όσο ο 17χρονος επιθετικός, μπορεί να βοηθησει την ομάδα να κάνει μια επιτυχημένη πορεία στην Ευρώπη, αφετέρου θα τον δούν περισσότερα ”μάτια” και αν έχει καλές εμφανίσεις με τα κόκκινα, η αξία του το επόμενο καλοκαίρι, ενδέχεται να έχει διπλασιαστεί!
Το σίγουρο είναι πως η μεταγραφή του Κωστούλα —αν τελικά ολοκληρωθεί— δεν θα είναι απλώς ένα αθλητικό γεγονός, αλλά μια χαρακτηριστική περίπτωση του πώς λειτουργεί η οικονομία του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Κι αν τελικά αυτό το “προϊόν” εξακολουθεί να ενθουσιάζει εκατομμύρια φιλάθλους, τότε το χρήμα θα συνεχίσει να ρέει με τους ίδιους, ενίοτε δυσνόητους για τους απλούς θεατές, ρυθμούς.