Η διεθνής μάχη κατά της παράνομης διακίνησης κεφαλαίων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας περνά μέσα από αυστηρούς ελέγχους και παρακολούθηση χωρών που θεωρούνται ευάλωτες ή απρόθυμες να υιοθετήσουν τα απαραίτητα πρότυπα. Οι χώρες ύποπτες για ξέπλυμα χρήματος καταγράφονται σε επίσημες «μαύρες» ή «γκρίζες» λίστες, τις οποίες διαμορφώνει κυρίως η Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF), ένας διεθνής οργανισμός που καθορίζει πρότυπα για την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος.
Μια σημαντική εξέλιξη ήρθε το 2025 με την ένταξη του Πριγκιπάτου του Μονακό στη λίστα με τις χώρες ύποπτες για ξέπλυμα χρήματος. Παρά το μικρό του μέγεθος, το Μονακό έχει μακρά φήμη ως φορολογικός παράδεισος, και η ένταξή του στη λίστα προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση στον ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο.

Τι σημαίνει να θεωρείται μια χώρα ύποπτη για ξέπλυμα χρήματος;
Η λίστα των χωρών ύποπτων για ξέπλυμα χρήματος δεν είναι απλώς ένας δείκτης φήμης, αλλά επηρεάζει άμεσα την οικονομική και τραπεζική δραστηριότητα της εκάστοτε χώρας. Οι χώρες αυτές θεωρούνται ότι:
- Δεν έχουν επαρκές νομικό πλαίσιο για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρημάτων.
- Δεν εφαρμόζουν αποτελεσματικά τους ελέγχους και τις διαδικασίες «γνωριμίας με τον πελάτη» (KYC).
- Παρουσιάζουν χαμηλή διαφάνεια στις εταιρικές δομές και τους δικαιούχους πραγματικού οφέλους.
- Δεν συνεργάζονται επαρκώς με τις διεθνείς αρχές στον εντοπισμό ύποπτων συναλλαγών.
Γιατί μπήκε το Μονακό στη λίστα;
Η απόφαση της FATF να εντάξει το Μονακό στη λίστα των χωρών ύποπτων για ξέπλυμα χρήματος βασίστηκε κυρίως στην περιορισμένη αποτελεσματικότητα των εποπτικών του μηχανισμών, παρά τις προηγούμενες δεσμεύσεις για μεταρρυθμίσεις. Οι ανησυχίες αφορούν:
- Την ελλιπή παρακολούθηση και έλεγχο σε ιδρύματα που διαχειρίζονται μεγάλα κεφάλαια.
- Τις αδιαφανείς δομές ιδιοκτησίας εταιρειών και trust που φιλοξενούνται στο έδαφος του Πριγκιπάτου.
- Την αργή πρόοδο στην εφαρμογή συστημάτων για την αναφορά ύποπτων δραστηριοτήτων.
Η ένταξη αυτή αποτελεί ένα προειδοποιητικό μήνυμα όχι μόνο προς το Μονακό αλλά και προς άλλα μικρά κράτη που λειτουργούν ως οικονομικά καταφύγια για διεθνή κεφάλαια.

Ποια είναι τα κριτήρια εισαγωγής στη λίστα;
Η FATF εξετάζει έναν συνδυασμό νομικών, θεσμικών και λειτουργικών κριτηρίων, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται:
- Νομικό πλαίσιο: Αν υπάρχει νομοθεσία κατά του ξεπλύματος χρήματος και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
- Εποπτεία: Αν λειτουργούν ενεργά ανεξάρτητες αρχές που εποπτεύουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
- Συνεργασία: Αν η χώρα συνεργάζεται επαρκώς με διεθνείς και εθνικές αρχές.
- Διαφάνεια: Αν είναι γνωστοί οι πραγματικοί ιδιοκτήτες εταιρειών και trust.
- Προηγούμενα περιστατικά: Αν υπάρχουν επαναλαμβανόμενες υποθέσεις παραβίασης των διεθνών κανόνων.
Οι αξιολογήσεις αυτές γίνονται περιοδικά, με αναφορές, επισκέψεις και τεχνικές αξιολογήσεις από ειδικούς.
Ποιες άλλες χώρες βρίσκονται στη λίστα;
Εκτός από το Μονακό, στη λίστα των χωρών ύποπτων για ξέπλυμα χρήματος περιλαμβάνονται επίσης κράτη με αδύναμες θεσμικές δομές, πολιτική αστάθεια ή γνωστό ιστορικό εμπλοκής σε χρηματοπιστωτικά σκάνδαλα. Παραδείγματα τέτοιων χωρών είναι η Βόρεια Κορέα, το Ιράν, το Πακιστάν και η Μιανμάρ. Σε αυτές προστίθενται κατά καιρούς και ευρωπαϊκά ή νησιωτικά κράτη με ειδικό καθεστώς φορολόγησης.
Επιπτώσεις για τις χώρες στη λίστα
Η κατάταξη μιας χώρας ως ύποπτης για ξέπλυμα χρήματος έχει σοβαρές συνέπειες:
- Απώλεια επενδυτικής εμπιστοσύνης.
- Δυσκολία πρόσβασης σε διεθνές τραπεζικό σύστημα.
- Πιθανή επιβολή κυρώσεων από άλλες χώρες.
- Ενίσχυση των εποπτικών ελέγχων σε εταιρείες και πρόσωπα με έδρα εκεί.
Συνολικά, οι χώρες ύποπτες για ξέπλυμα χρήματος βρίσκονται υπό στενή επιτήρηση και καλούνται να αποδείξουν έμπρακτα την πρόθεσή τους να συμμορφωθούν με τις διεθνείς νόρμες. Η περίπτωση του Μονακό δείχνει ότι ακόμα και τα πιο εύρωστα χρηματοοικονομικά κέντρα δεν εξαιρούνται από τον παγκόσμιο αγώνα για διαφάνεια και υπευθυνότητα.